28 Δεκ 2012

Ένοπλος δογματισμός

Eίναι πολλές μέρες τώρα που ήθελα να γράψω αυτό το κείμενο, αλλά το ανέβαλα σκοπίμως για να υπάρξει μια -αναγκαία- χρονική και ψυχική απόσταση από το σοκαριστικό γεγονός που με παρακίνησε στη συγγραφή του. Υπάρχουν ειδήσεις, που το άκουσμα τους παγώνει τη σκέψη, εξοβελίζει τη λογική από την πρόσληψη και την επεξεργασία τους και παραδίδει τη συνείδηση σε μια έκρηξη του αλαφιασμένου θυμικού. Το μακελειό στο σχολειό του Νιου Τάουν του Κονέκτικατ, ήταν, νομίζω, μια τέτοια είδηση, ειδικά, ίσως, για όποιον τυγχάνει γονιός ανήλικων παιδιών.
   Tραγωδίες σαν αυτή, ασφαλώς και δεν συμβαίνουν μόνο επί αμερικανικού εδάφους (ποιος μπορεί να ξεχάσει π.χ. την ανατριχιαστική επιχείρηση μαζικής εξόντωσης που έστησε και εκτέλεσε πέρυσι με φρικαλέα μεθοδικότητα ο ακροδεξιός Μπρέιβικ στο νησάκι Ουτόγια του Όσλο; ), αλλά στην πραγματικότητα είναι αξιοπρόσεκτη η συχνότητα και η σταθερή επαναληπτικότητα του θανατηφόρου παραλογισμού στις Η.Π.Α (μόνο τα τελευταία λίγα χρόνια: ...Κολουμπάιν, Βιρτζίνια Τέκ, Τούσον, Ορόρα...). Πολλοί Ευρωπαίοι αναλυτές, αλλά και απλοί πολίτες, έχουν την τάση να αποδίδουν αυτό το, κατά κάποιον τρόπο, «φονικό αμερικανικό παράδοξο» σε ένα είδος πολιτισμικής ιδιομορφίας και παραδοσιακής κληρονομιάς των Αμερικανών που τους συνδέει με μια εμμονική φιλοσοφική προσέγγιση με την οπλοκατοχή, άλλοι κάνουν λόγο για τη διαμάχη και τις εκρηκτικές αντιφάσεις των «δύο Αμερικών», όπου υποτίθεται πως η Αμερική του φιλελευθερισμού, της ανεκτικής πολυ-πολιτισμικότητας, των επιχειρηματικών ευκαιριών και της δημιουργίας, της επιστήμης, της έρευνας, της καινοτομίας, των κορυφαίων πανεπιστημίων, της πνευματικής και καλλιτεχνικής πρωτοπορίας αντιμάχεται και εναλλάσσεται σε εξουσία και επιρροή με τη σκοταδιστική, θρησκόληπτη, φονταμενταλιστική, πολεμοχαρή και επιθετική Αμερική του "Τea Party", κάποιοι εστιάζουν στα πανίσχυρα οικονομικά συμφέροντα της βιομηχανίας όπλων που εκφράζεται ως λόμπυ διά της περιβόητης Εθνικής Ένωσης Οπλοκατοχής (NRA) ξοδεύοντας ατελείωτους πόρους για την προπαγάνδιση των απόψεων-συμφερόντων της, και κάποιοι τέλος δίνουν έμφαση στην καλλιέργεια και τη διάχυση μιας κουλτούρας βίας και επιθετικότητας που αναπαράγεται και προωθείται από τα Μ.Μ.Ε., τον κινηματογράφο, τα video-games κ.τ.λ.
   Ισχυρίζομαι, πως, ενώ οι ερμηνείες αυτές είναι στην πλειοψηφία τους βάσιμες και εύλογες, δεν παύουν να είναι (η κάθε μία ξεχωριστά, αλλά και αθροιστικά όλες μαζί) ατελείς. Αγνοούν ή παραβλέπουν μια κρισιμότατη -εκτιμώ- παράμετρο: τον ιδεολογικό-φιλοσοφικό δογματισμό.
Πρόκειται μάλιστα για έναν δογματισμό ακραία «φιλελεύθερο» ή αν θέλετε (αν κι ομολογώ ότι δεν μου πολυ-αρέσει ο  όρος γιατί συχνά οδηγεί σε παρεξηγήσεις όταν χρησιμοποιείται εκτός του στενά οικονομικού πεδίου) «νεο-φιλελεύθερο».

16 Δεκ 2012

Ο ελληνικός τραπεζικός μύθος («...To άλλο με τις.. τράπεζες το ξέρεις;»)

Από την έναρξη της σοβούσης πολύπλευρης κρίσης και εντεύθεν διαμορφώθηκαν δύο εν πολλοίς αντιμαχόμενες αφηγήσεις-ερμηνείες των αιτίων που μας οδήγησαν σ’αυτήν, δύο αντίπαλες σχολές σκέψης -τρόπον τινά-. Η πρώτη εστιάζει στις «εγχώριες» παθογένειες αναδεικνύοντας τις ολέθριες επιπτώσεις της άφρονος δημοσιονομικής πολιτικής των τελευταίων δεκαετιών, την πελατειακή και λαϊκίστικη λειτουργία του πολιτικού συστήματος, τη διόγκωση ενός αντιπαραγωγικού, σπάταλου και γραφειοκρατικού δημόσιου τομέα, την επιβολή της βούλησης, των συμφερόντων, της πολιτικής πρακτικής (και της αισθητικής) οργανωμένων ομάδων πίεσης και συντεχνιών που αποσπούσαν και διαιώνιζαν «ειδική μεταχείριση» και προνόμια εις βάρος της οικονομίας και της υπόλοιπης κοινωνίας.
   Η δεύτερη οπτική θέασης της κρίσης, και της πορείας μας προς -και μέσα- σ’αυτήν, ρίχνει το βάρος στις  αδυναμίες και τις ανισορροπίες του ευρω-συστήματος και της νομισματικής ενοποίησης, στηλιτεύει τους χειρισμούς και τη διαπραγματευτική αδράνεια των κυβερνώντων που οδήγησαν στην καταφυγή της χώρας στον μηχανισμό στήριξης και το Δ.Ν.Τ., εγκαλεί τους Ευρωπαίους εταίρους και κυρίως τη Γερμανία για οικονομικό σωβινισμό και πολιτικό επεκτατισμό, υποδεικνύει -ως επιχείρημα-  την παράλληλη (με την «αμαρτωλή Ελλάδα») πορεία-«μοίρα» και των υπολοίπων χωρών της ευρωπαϊκής περιφέρειας -κυρίως του Νότου-, και, στη συνωμοσιολογική -ενδεχομένως- εκδοχή της, κάνει λόγο για ένα οργανωμένο σχέδιο άλωσης της χώρας και των πλουτοπαραγωγικών της πηγών και κατάλυσης της εθνικής της κυριαρχίας.
   Η προσπάθεια να αναζητήσει και να διατυπώσει κανείς με ψυχραιμία και ευθυκρισία ένα κοινό, ολοκληρωμένο πλαίσιο ανάλυσης που θα μπορούσε να συγκεράσει τις όποιες προφανείς, εύλογες και τεκμηριωμένες αιτιάσεις και των δύο πλευρών, φαντάζει, όσο η κρίση βαθαίνει και η κοινωνία βυθίζεται στην απόγνωση, το μηδενισμό ή/και τον εξτρεμισμό, όλο και δυσκολότερο, ενδεχομένως δε και μάταιο. Εντούτοις υπάρχει μια -κατά κάποιον τρόπο- κοινή παραδοχή, που σχετίζεται με (ή, αν θέλετε, καθόρισε) την πορεία που μας οδήγησε στα βράχια: η αποδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης της χώρας η παραδοχή, ότι το οικονομικό και (αντι)-«αναπτυξιακό» μοντέλο της αμέριμνης και «χαζοχαρούμενης» κατανάλωσης (κυρίως εισαγόμενων προϊόντων και υπηρεσιών, με δανεικό μάλιστα χρήμα) δεν μπορούσε να συνεχίζεται επ’άπειρον και πάντως είναι εκ των πραγμάτων αδύνατον (εντός ή εκτός ευρώ) να συνεχισθεί εφεξής. Μπορεί οι μεν να αποδίδουν την παραγωγική καταβαράθρωση της οικονομίας στον στραγγαλισμό των «υγιών παραγωγικών της δυνάμεων» από τον κρατικό Λεβιάθαν και τα στεγανά των κλειστών επαγγελμάτων, και οι δε να ενοχοποιούν το σκληρό νόμισμα και τη διαπλοκή πολιτικής εξουσίας και «μπεταντζήδων» καναλαρχών, αλλά η διαπίστωση -όσο κι αν δεν προβάλλεται με την ένταση που της αρμόζει- είναι κοινή:
δεν παράγαμε σχεδόν τίποτα, εκτός από τσιμέντο και ακριβές και συχνά άχρηστες υπηρεσίες.

13 Δεκ 2012

«Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος όπως τον γνώρισα»



Σαν σήμερα, πριν από 110 χρόνια, γεννήθηκε ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, μια από τις σημαντικότερες πολιτικές και πνευματικές φυσιογνωμίες του τόπου στον προηγούμενο -τουλάχιστον- αιώνα. Ο Κανελλόπουλος δραστηριοποιήθηκε πολιτικά από την πρώτη του νεότητα και αδιαλείπτως έως το πέρας του βίου του και ταυτόχρονα παρήγαγε ένα συγκλονιστικό στον όγκο, το εύρος και την ποιότητα του πνευματικό και συγγραφικό έργο, ένα έργο κυριολεκτικά παγκόσμιας εμβέλειας. Από όποια σκοπιά κι αν προσεγγίσει κανείς τη ζωή και τη δράση του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, δεν μπορεί παρά να σταθεί με θαυμασμό στον μοναδικό τρόπο με τον οποίο συνδύασε την ιδιότητα του μαχόμενου πολιτικού ανδρός με αυτήν του βαθυστόχαστου διανοητή.  Παθιασμένος και ταυτόχρονα στοχαστικός, φλογερός και ταυτόχρονα εμβριθής, μαχητικός και ταυτόχρονα συναινετικός, ανυποχώρητος και ταυτόχρονα συμφιλιωτικός, έχαιρε εκτίμησης και σεβασμού από φίλους και αντιπάλους.

   Παρακολουθώντας κανείς τις τοποθετήσεις στο Κοινοβούλιο, την αρθρογραφία, τις συζητήσεις στα Μ.Μ.Ε., τις αιτιάσεις, τους δημόσιους διαξιφισμούς των συγχρόνων πολιτικών, είναι δύσκολο να μην καταθλιβεί από το απίστευτα χαμηλό επίπεδο, την ανυπαρξία πνευματικής συγκρότησης, την επιθετική αγένεια και την εν γένει απαιδευσιά της θλιβερά αυξανόμενης πλειονότητας αυτών. Η απουσία πολιτικών προσωπικοτήτων ικανού πνευματικού διαμετρήματος και ανεπίληπτου ήθους φαντάζει αυτή την πολύ δύσκολη εποχή περισσότερο εκκωφαντική από ποτέ.

   Η εταιρεία φίλων Παναγιώτη Κανελλόπουλου διοργάνωσε τον περασμένο Νοέμβριο επιστημονικό συνέδριο για τη ζωή και το έργο του. Οι εργασίες του συνεδρίου έλαβαν χώρα στην μεγάλη αίθουσα της Παλαιάς Βουλής και θα ήθελα σήμερα να παρουσιάσω ένα απόσπασμα της ομιλίας που εκφώνησε ο Σπήλιος Λιβανός (μικρανηψιός του Παναγιώτη Κανελλόπουλου) με τίτλο: «Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος όπως τον γνώρισα».
Ευχαριστώ τον Σπήλιο (που είναι για μένα ...αδελφός) για την ευγενή του καλοσύνη να μου παραχωρήσει το παρακάτω κείμενο.


«...Συχνά αναρωτιέμαι, για το ποια θα ήταν σήμερα η συμβουλή του σε έναν προβληματισμένο ή αγανακτισμένο πολίτη, που θα επεδίωκε να εισέλθει στην ενεργό πολιτική για να γκρεμίσει ότι σάπιο υπάρχει στο πολιτικό σύστημα. Ο Κανελλόπουλος, είμαι βέβαιος, θα συμβούλευε κάθε Έλληνα με ανιδιοτελή ευγένεια και διάθεση για προσφορά,  να συμμετάσχει ενεργά! Θα τον παρότρυνε με θέρμη να αγωνιστεί για τον επαναπροσδιορισμό των αξιών και των προτεραιοτήτων της ελληνικής κοινωνίας. Θα τον παρότρυνε με πάθος να αγωνιστεί για τον επαναπροσδιορισμό των αρχών και των στοχεύσεων της Ε.Ε. Πιστεύω πως για ’κείνον, η πολιτική δεν ήταν μια επιλογή φιλοδοξίας. Ήταν υποχρέωση έναντι: αφενός της ιστορικής μας κληρονομιάς και αφετέρου των επόμενων γενεών. Ο  Κανελλόπουλος ήταν ένα ον πολιτικό. Σοφό και μετρημένο, αλλά πάντως ολοκληρωτικά πολιτικό. Τα πάντα στη ζωή του ήταν πολιτικά. Η στάση του, η επιστημοσύνη του, η λογοτεχνία του, η ποίησή του, ακόμη και η ίδια του η ανάσα.  Πολιτικά, όμως, με τη λαμπρή έννοια της αρχαιοελληνικής σκέψης. Με την ηθική έννοια της πολιτικής, που διαπνέει  το στοχαστικό έργο του «Επιστολές στους Προγόνους μου». Ξεχωρίζει στο αισθαντικό αυτό κείμενο, που σημειώνω ότι γράφτηκε στους πρώτους μήνες της απριλιανής δικτατορίας, εννιά ιστορικές προσωπικότητες, μεταξύ των οποίων τον Σόλωνα, τον Σοφοκλή και τον Αριστείδη, διάφορες μεταξύ τους στο χώρο, στο χρόνο και στον τρόπο που έζησαν∙ παρόμοιες, όμως, ως προς την υπαρξιακή και βιωματική τους σχέση μαζί του.
Μέσα από τις ιστορικά ενοραματικές αυτές επιστολές ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος αναδεικνύει το ήθος, το πνεύμα και τη γενναιότητα, ως τις αρετές που ο ίδιος, τόσο στο θεωρητικό, όσο και στο πολιτικό του βίο, διακόνησε δίχως εκπτώσεις και αναστολές.
Λέει, σχετικά, σε ένα αυτοβιογραφικό του κείμενο:

«Το μόνο ασφαλές κριτήριο ενός πολιτικού είναι να αδιαφορεί για την επιτυχία του και να επιδιώκει να είναι συνεπής προς τις πεποιθήσεις του. Έτσι, ακόμη και αν  δεν ανέβει ψηλά, το βέβαιο είναι ότι, τουλάχιστον,  δεν θα πέσει χαμηλά».